- τραγικοκωμικός
- -ή, -ό, Ντραγικός και κωμικός ταυτόχρονα.[ΕΤΥΜΟΛ. < τραγικός + κωμικός κατ' αντιστροφή τού κωμικοτραγικός].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
τραγικοκωμικός — ή, ό τραγικός μαζί και κωμικός, κωμικοτραγικός: Έχει κλαυσίγελο το τραγικοκωμικό … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… … Dictionary of Greek